Η σύφιλη είναι νόσημα με παγκόσμια διασπορά και συνήθως προσβάλλει νέους ενήλικες , άνδρες περισσότερο από γυναίκες και κατοίκους αστικών περιοχών συνηθέστερα. Η επίπτωση της νόσου τα τελευταία 20 έτη ακολουθεί καθοδική πορεία στις περισσότερες προηγμένες χώρες, ενώ είναι πολύ υψηλή στις αναπτυσσόμενες χώρες. Στη Δυτική Ευρώπη η νοσηρότητα βρίσκεται σε χαμηλό επίπεδο, ενώ στην Ανατολική και Κεντρική Ευρώπη, από το 1991, παρατηρείται ετησίως μια απότομη αύξηση του νοσήματος που τείνει να λάβει τη μορφή επιδημίας.
Τα τελευταία χρόνια, σημειώνεται έξαρση της συχνότητας της σύφιλης, από στατιστικά σε μεγάλες πόλεις της Ευρώπης. Ενδεικτικά παραδείγματα αποτελούν: 1) Στη Βρετανία τα περιστατικά της νόσου δεκαπλασιάστηκαν σε μια δεκαετία μέχρι το 2006, 2) στη Γερμανία η συχνότητα μεταξύ των ανδρών τριπλασιάστηκε από το 1991 στο 2003, 3) στη Γαλλία και την Ολλανδία κατάγραφτηκε τριψήφιος αριθμός περιστατικών το 2003. 4) Στην Ελλάδα η σύφιλη θεωρείται σπάνιο νόσημα, αλλά η έξαρση της ασθένειας παγκοσμίως, πιστεύεται ότι θα επηρεάσει τη συχνότητα και μέσα στα ελληνικά σύνορα λόγω της αύξησης του φαινομένου της μετανάστευσης
Η σύφιλη μεταδίδεται με άμεση επαφή με τις βλάβες του δέρματος ή των βλεννογόνων και τις εκκρίσεις (σίελος, σπέρμα, κολπικά υγρά) μολυσμένου ατόμου κατά τη σεξουαλική επαφή, όταν υπάρχει λύση της συνέχειας του δέρματος ή του βλεννογόνου του υγιούς ατόμου, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι απαιτείται συνουσία για τη μετάδοση καθώς και η απλή δερματική επαφή αρκεί για να μεταδοθεί το βακτήριο το οποίο εισέρχεται στον οργανισμό μέσω μικροδιαβρώσεων του δέρματος. Μετάδοση μπορεί να γίνει και με τη μετάγγιση αίματος, αν ο δότης βρίσκεται στα πρώτα στάδια της νόσου. Η μετάδοση μέσω μολυσμένων αντικειμένων είναι εξαιρετικά σπάνια.